Chować στα ελληνικά

Μετάφραση: chować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτυχή, τοποθετώ, χώνω, κρύβομαι, κομπόδεμα, βάζω, φυλάω, κρύβω, θάβω, απόθεμα, πιέτα, πτύσσω, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν
Chować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chow-chow στα ελληνικά - τουρσιά ανάμικτα
  • chowany στα ελληνικά - ανασυρόμενη, αναδιπλούμενη, εισελκόμενη, ανασυρόμενο, ανασυρόμενος
  • choć στα ελληνικά - αν και, αν, όμως, και αν, κι αν
  • chrabąszcz στα ελληνικά - σκαθάρι, μηλολόνθη, μηλολόνθης
Τυχαίες λέξεις
Chować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτυχή, τοποθετώ, χώνω, κρύβομαι, κομπόδεμα, βάζω, φυλάω, κρύβω, θάβω, απόθεμα, πιέτα, πτύσσω, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν