Dług στα ελληνικά
Μετάφραση: dług, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μήκος, δασμοί, καθήκον, χρέος, χρέους, του χρέους, οφειλής, οφειλή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dłubanina στα ελληνικά - αγγαρεία, ελεεινή εργασία, μόχθο, την ταλαιπωρία, μόχθος
- dłubać στα ελληνικά - τσιγκλώ, σπρώχνω, πάρει, επιλέξετε, διαλέξετε, να πάρει, πάρτε
- długi στα ελληνικά - μακρύς, μεγάλος, μεγάλο, μακρά, καιρό, μακράς
- długo στα ελληνικά - μεγάλος, μακρύς, μεγάλο, μακρά, καιρό, μακράς
Τυχαίες λέξεις
Dług στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μήκος, δασμοί, καθήκον, χρέος, χρέους, του χρέους, οφειλής, οφειλή
Μεταφράσεις: μήκος, δασμοί, καθήκον, χρέος, χρέους, του χρέους, οφειλής, οφειλή