Dama στα ελληνικά
Μετάφραση: dama, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυρία, βασίλισσα, κοπέλα, γυναίκα, κυρίας, κυρία που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dalszy στα ελληνικά - περαιτέρω, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη
- daltonizm στα ελληνικά - αχρωματοψία
- damaszka στα ελληνικά - κορόμηλο, Damson, Δαμασκηνιά, δαμασκηνιάς, δαμάσκηνου
- damka στα ελληνικά - ρήγας, βασιλιάς
Τυχαίες λέξεις
Dama στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυρία, βασίλισσα, κοπέλα, γυναίκα, κυρίας, κυρία που
Μεταφράσεις: κυρία, βασίλισσα, κοπέλα, γυναίκα, κυρίας, κυρία που