Demoralizacja στα ελληνικά
Μετάφραση: demoralizacja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκλυση, αποθάρρυνση, εξαχρείωση, απογοήτευση, εξαχρείωσης, αποθάρρυνσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- demontaż στα ελληνικά - διάλυση, αποσυναρμολόγηση, αποξήλωση, αποσυναρμολόγησης, τη διάλυση
- demontować στα ελληνικά - αποσυναρμολογώ, διαλύω, πεζεύω, αποσυναρμολόγηση, αποσυναρμολογήσετε, αποσυναρμολογήσει, αποσυναρμολογείτε, ...
- demoralizować στα ελληνικά - αποθαρρύνω, εξαχρειώνω, σπάω το ηθικό, διαφθείρω, κάμψει το ηθικό
- demotyczny στα ελληνικά - δημοτική, δημοτικής, δημοτικά, δημοτικών, τη δημοτική
Τυχαίες λέξεις
Demoralizacja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκλυση, αποθάρρυνση, εξαχρείωση, απογοήτευση, εξαχρείωσης, αποθάρρυνσης
Μεταφράσεις: έκλυση, αποθάρρυνση, εξαχρείωση, απογοήτευση, εξαχρείωσης, αποθάρρυνσης