Dookoła στα ελληνικά

Μετάφραση: dookoła, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίπου, περί, για, γύρω, γύρω από, όλο, σε όλο
Dookoła στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • donośność στα ελληνικά - εμβέλεια, απήχηση, ηχηρότητα, διακυμαίνομαι, φάσμα, αντήχηση, συντονισμού, ...
  • donośny στα ελληνικά - ηχηρός, βροντόφωνος, βροντερός, τρανταχτός, σκαστός, δυνατά, δυνατό, ...
  • dookreślenie στα ελληνικά - αποσαφήνιση, διευκρίνιση, διασαφήνιση, διευκρινίζοντας, αποσαφηνίζοντας
  • dookreślić στα ελληνικά - να, για, σε, με, για να
Τυχαίες λέξεις
Dookoła στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίπου, περί, για, γύρω, γύρω από, όλο, σε όλο