Duszenie στα ελληνικά

Μετάφραση: duszenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σιγοβράζω, υποθάλπω, ασφυξία, ασφυξίας, πνιγμού, η ασφυξία
Duszenie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dusić στα ελληνικά - στύβω, καταπνίγω, καταστέλλω, στριμώχνω, σιγοβράζω, στραγγαλίζω, ζουλώ, ...
  • dusza στα ελληνικά - ψυχοσύνθεση, πνεύμα, ψυχή, ψυχής, την ψυχή, η ψυχή, της ψυχής
  • dusznica στα ελληνικά - άσθμα, άσθματος, το άσθμα, του άσθματος
  • duszno στα ελληνικά - μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, βουλωμένη
Τυχαίες λέξεις
Duszenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σιγοβράζω, υποθάλπω, ασφυξία, ασφυξίας, πνιγμού, η ασφυξία