Dyszenie στα ελληνικά
Μετάφραση: dyszenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαχανιάζω, αγκομαχώ, ασθμαίνω, ασθμαίνοντας, λαχάνιασμα, λαχανιάσματος, panting, λαχανιασμένος
Μεταφράσεις
- dysza στα ελληνικά - πετώ, αεριωθούμενο, ραντιστήρι, στόμιο, ακροφύσιο, ακροφυσίου, του ακροφυσίου, ...
- dyszel στα ελληνικά - αχτίδα, δοκός, καδρόνι, παλούκι, άξονας, πάσσαλος, στέλεχος, ...
- dyszeć στα ελληνικά - τολύπη, αγκομαχώ, ασθμαίνω, λαχανιάζω, παντελόνι, παντελονιού, παντελονάκι, ...
- dyszka στα ελληνικά - το ακροφύσιο, το ακροστόμιο, το στόμιο, το ακροσωλήνιο, του ακροφυσίου
Τυχαίες λέξεις
Dyszenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαχανιάζω, αγκομαχώ, ασθμαίνω, ασθμαίνοντας, λαχάνιασμα, λαχανιάσματος, panting, λαχανιασμένος
Μεταφράσεις: λαχανιάζω, αγκομαχώ, ασθμαίνω, ασθμαίνοντας, λαχάνιασμα, λαχανιάσματος, panting, λαχανιασμένος