Λαχανιάζω στα πολωνικά

Μετάφραση: λαχανιάζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
falować, ziać, wzdychać, sapać, sapanie, kołatać, ziajać, dyszeć, bić, pożądać, dyszenie, pant, spodnie, spodni, majtek
Λαχανιάζω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαχανιάζω

λαχανιάζω συνώνυμο, λαχανιάζω εύκολα, λαχανιάζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, λαχανιάζω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • λατρεία στα πολωνικά - wielbić, uwielbiać, czcić, ubóstwiać, uwielbienie, kult, cześć, ...
  • λατρεύω στα πολωνικά - ubóstwiać, wielbić, uwielbiać, czcić, uwielbienie, kult, cześć, ...
  • λαχανικό στα πολωνικά - jarzyna, roślina, warzywo, roślinny, warzywny, warzyw
  • λαχτάρα στα πολωνικά - pragnienie, tęsknota, łaknienie, ochota, pożądanie, żądza, zachcianka, ...
Τυχαίες λέξεις
Λαχανιάζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: falować, ziać, wzdychać, sapać, sapanie, kołatać, ziajać, dyszeć, bić, pożądać, dyszenie, pant, spodnie, spodni, majtek