Dziedzictwo στα ελληνικά
Μετάφραση: dziedzictwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κειμήλιο, κληρονομιά, σειρά, διαδοχή, κληρονομία, κληρονομιάς, πολιτιστικής κληρονομιάς, της πολιτιστικής κληρονομιάς
Μεταφράσεις
- dziecko στα ελληνικά - πιτσιρίκος, παιδί, γκόμενα, μωρό, βρέφος, νεαρός, κατσικάκι, ...
- dziedzic στα ελληνικά - τσιφλικάς, ιπποκόμος, κληρονόμος, κληρονόμο, κληρονόμου, διάδοχος, διάδοχο
- dziedziczenie στα ελληνικά - κληρονομιά, σειρά, διαδοχή, heirdom
- dziedziczność στα ελληνικά - κληρονομικότητα, σειρά, κληρονομιά, διαδοχή, κληρονομικότητας, η κληρονομικότητα, την κληρονομικότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Dziedzictwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κειμήλιο, κληρονομιά, σειρά, διαδοχή, κληρονομία, κληρονομιάς, πολιτιστικής κληρονομιάς, της πολιτιστικής κληρονομιάς
Μεταφράσεις: κειμήλιο, κληρονομιά, σειρά, διαδοχή, κληρονομία, κληρονομιάς, πολιτιστικής κληρονομιάς, της πολιτιστικής κληρονομιάς