Κειμήλιο στα πολωνικά

Μετάφραση: κειμήλιο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
scheda, dziedzictwo, spadek, klejnot, kamień, Jewel, klejnotem, perła
Κειμήλιο στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κειμήλιο

κειμήλιο english, κειμήλιο ετυμολογία, κειμήλιο συνώνυμο, κειμήλιο αγγλικα, συνώνυμα κειμήλιο, κειμήλιο λεξικό γλώσσας πολωνικά, κειμήλιο στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κείμαι στα πολωνικά - kłam, legowisko, usłać, poleżeć, kłamstwo, bujać, skłamać, ...
  • κείμενο στα πολωνικά - przelot, urywek, korytarz, wypróżnianie, tekst, przełaz, podróż, ...
  • κελάρι στα πολωνικά - piwnica, piwniczka, stos, piwnicy, cellar, winiarnia
  • κελί στα πολωνικά - cela, elektrolizer, komórka, celka, rozmnóżka, ogniwo, komórek, ...
Τυχαίες λέξεις
Κειμήλιο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: scheda, dziedzictwo, spadek, klejnot, kamień, Jewel, klejnotem, perła