Dziedzina στα ελληνικά
Μετάφραση: dziedzina, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κτήση, αρμοδιότητα, περιοχή, χωράφι, αρένα, σφαίρα, τομέας, πειθαρχώ, πειθαρχία, επαρχία, πεδίο, κυριαρχία, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dziedziczny στα ελληνικά - προγονικός, κληρονομικός, πατρογονικός, κληρονομική, κληρονομικά, κληρονομικές, κληρονομικής
- dziedziczyć στα ελληνικά - κληρονομώ, προέρχομαι, κληρονομούν, κληρονομήσουν, κληρονομήσει, να κληρονομήσει, κληρονομεί
- dziedziniec στα ελληνικά - προαύλιο, δικαστήριο, ερωτοτροπώ, αυλή, νεκροταφείο, αυλής, στην αυλή
- dziegieć στα ελληνικά - πίσσα, κατράμι, ναύτης, πίσσας, σε πίσσα, tar, την πίσσα
Τυχαίες λέξεις
Dziedzina στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κτήση, αρμοδιότητα, περιοχή, χωράφι, αρένα, σφαίρα, τομέας, πειθαρχώ, πειθαρχία, επαρχία, πεδίο, κυριαρχία, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα
Μεταφράσεις: κτήση, αρμοδιότητα, περιοχή, χωράφι, αρένα, σφαίρα, τομέας, πειθαρχώ, πειθαρχία, επαρχία, πεδίο, κυριαρχία, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα