Dziegieć στα ελληνικά

Μετάφραση: dziegieć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πίσσα, κατράμι, ναύτης, πίσσας, σε πίσσα, tar, την πίσσα
Dziegieć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dziedzina στα ελληνικά - κτήση, αρμοδιότητα, περιοχή, χωράφι, αρένα, σφαίρα, τομέας, ...
  • dziedziniec στα ελληνικά - προαύλιο, δικαστήριο, ερωτοτροπώ, αυλή, νεκροταφείο, αυλής, στην αυλή
  • dzieje στα ελληνικά - παραμύθι, ιστορία, ιστορίας, ιστορικό, την ιστορία, ιστορικού
  • dziejopis στα ελληνικά - ιστοριογράφος, ιστοριογράφου, ιστοριογράφο, ιστοριογραφίας, ιστοριογράφος αρκείται
Τυχαίες λέξεις
Dziegieć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πίσσα, κατράμι, ναύτης, πίσσας, σε πίσσα, tar, την πίσσα