Dzienny στα ελληνικά
Μετάφραση: dzienny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dziennikarstwo στα ελληνικά - δημοσιογραφία, Δημοσιογραφίας, τη δημοσιογραφία, της δημοσιογραφίας, η δημοσιογραφία
- dziennikarz στα ελληνικά - δημοσιογράφος, ρεπόρτερ, δημοσιογράφου, δημοσιογράφο, ο δημοσιογράφος
- dziergać στα ελληνικά - σύνορο, ρέλι, πλέκω, ζαρώνω, θρέφω, μεθόριος, κροσές, ...
- dzierlatka στα ελληνικά - φοραδίτσα, η φοράδα, φοράδα του, η φοραδίτσα, την φοράδα
Τυχαίες λέξεις
Dzienny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Μεταφράσεις: καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες