Dziewka στα ελληνικά

Μετάφραση: dziewka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πατσαβούρα, εταίρα, πόρνη
Dziewka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dziewiąty στα ελληνικά - ένατος, ένατη, ένατο, ένατου, ένατης
  • dziewiętnasty στα ελληνικά - δέκατος ένατος, δέκατου ένατου, δέκατο ένατο, του δέκατου ένατου, δεκάτου ενάτου
  • dziewoja στα ελληνικά - υπηρέτρια, πόρνη, κόρη, δυναμομετρικού κλειδιού, συγχρωτίζομαι μετά πόρνων
  • dzieworództwo στα ελληνικά - παρθενογένεση, παρθενογένεσης, η παρθενογένεση, παρθενογενέσεως, παρθενογενετικά
Τυχαίες λέξεις
Dziewka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πατσαβούρα, εταίρα, πόρνη