Eksploracja στα ελληνικά

Μετάφραση: eksploracja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξερεύνηση, εξερεύνησης, διερεύνηση, έρευνα, την εξερεύνηση
Eksploracja στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eksploatować στα ελληνικά - εγχειρίζω, λειτουργώ, αξιοποιώ, λειτουργούν, λειτουργεί, λειτουργία, λειτουργήσει, ...
  • eksplodować στα ελληνικά - εκρήγνυμαι, εκραγεί, εκραγούν, να εκραγεί, να εκραγούν, εκρήγνυνται
  • eksplorator στα ελληνικά - εξερευνητής, Explorer, εξερευνητή, Εξερεύνηση, Εξερεύνηση των
  • eksplorować στα ελληνικά - εξερευνώ, διερευνήσει, να διερευνήσει, εξερευνήστε, εξερευνήσουν, εξερευνήσετε
Τυχαίες λέξεις
Eksploracja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξερεύνηση, εξερεύνησης, διερεύνηση, έρευνα, την εξερεύνηση