Entuzjastyczny στα ελληνικά
Μετάφραση: entuzjastyczny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενθουσιώδης, διθυραμβικός, ενθουσιασμένος, ενθουσιώδεις, ενθουσιώδη, ενθουσιασμό, ενθουσιώδες
Μεταφράσεις
- entuzjasta στα ελληνικά - ναρκομανής, βεντάλια, ανεμιστήρας, οπαδός, εθίζω, θιασώτης, ενθουσιώδης, ...
- entuzjastycznie στα ελληνικά - ενθουσιωδώς, ενθουσιασμό, με ενθουσιασμό, χώρο
- entuzjazm στα ελληνικά - ενθουσιασμός, ζήλος, ενθουσιασμό, τον ενθουσιασμό, ενθουσιασμού, ο ενθουσιασμός
- entuzjazmować στα ελληνικά - φουσκάλα, παφλάζω, φούσκα, ενθουσιάζομαι, ενθουσιάζω, ενθουσιάσουν, ενθουσιάζουν τους, ...
Τυχαίες λέξεις
Entuzjastyczny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενθουσιώδης, διθυραμβικός, ενθουσιασμένος, ενθουσιώδεις, ενθουσιώδη, ενθουσιασμό, ενθουσιώδες
Μεταφράσεις: ενθουσιώδης, διθυραμβικός, ενθουσιασμένος, ενθουσιώδεις, ενθουσιώδη, ενθουσιασμό, ενθουσιώδες