Finał στα ελληνικά
Μετάφραση: finał, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκορύφωμα, τελικός, φινάλε, φινάλε της, finale, το φινάλε
Μεταφράσεις
- finansowo στα ελληνικά - οικονομικά, οικονομική, χρηματοδοτική, οικονομικώς, οικονομικής
- finansowy στα ελληνικά - οικονομικός, χρηματοοικονομικές, χρηματοοικονομική, οικονομικών, οικονομικές, οικονομικό
- finałowy στα ελληνικά - τελικός, τελική, τελικό, τελικής, τελικού
- finezja στα ελληνικά - φινέτσα, λεπτότητα, λεπτότητας, καθαρότητας, λεπτότητος, τη λεπτότητα
Τυχαίες λέξεις
Finał στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκορύφωμα, τελικός, φινάλε, φινάλε της, finale, το φινάλε
Μεταφράσεις: αποκορύφωμα, τελικός, φινάλε, φινάλε της, finale, το φινάλε