Gnić στα ελληνικά

Μετάφραση: gnić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακμή, αποσυνθέτω, σαπίζω, φθορά, παρακμάζω, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν
Gnić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gnilec στα ελληνικά - σκορβούτο, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν
  • gnilny στα ελληνικά - σηπτικός, σηπτικών, των σηπτικών, σηπτικά, σήψης
  • gnoić στα ελληνικά - σαπίζω, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν
  • gnojek στα ελληνικά - βρωμιάρης, κάθαρμα, αναπαριστάμενος ως βρωμερός, βρωμών, ο αναπαριστάμενος ως βρωμερός
Τυχαίες λέξεις
Gnić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακμή, αποσυνθέτω, σαπίζω, φθορά, παρακμάζω, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν