Λέξη: βουλή

Σχετικές λέξεις: βουλή

βουλη των εφήβων, βουλή επισκέψεις σχολείων, βουλή των λόρδων, βουλή των αντιπροσώπων, βουλή των ελλήνων επικοινωνία, βουλή πρόγραμμα τηλεόρασης, βουλή live, βουλή των ελλήνων βικιπαίδεια, βουλή των ελλήνων, βουλή νομοσχέδια, βουλή ελλήνων, βουλη, βουλή εφήβων, βουλή των εφήβων

Συνώνυμα: βουλή

διατροφή, δίαιτα, συνέδριο, τροφή, σπίτι, κατοικία, οικία, οίκος, κοινοβούλιο, νομοθετικό σώμα

Μεταφράσεις: βουλή

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
parliament, house, legislature, the House, boule
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
casa, casa de, la casa, vivienda
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
parlament, abgeordnetenhaus, Haus, Hauses, Hause
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chambre, diète, parlement, maison, maison de, la maison, house
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
parlamento, casa, casa di, casa in, abitazione, edificio
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
parlamento, assembleia, casa, casa de, de casa, da casa, residência
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
volksvertegenwoordiging, parlement, huis, woning, house, huis in
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
парламент, дом, дома, доме, здание
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
parlament, hus, huset, Hotel
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
riksdag, parlament, hus, huset, house, Stuga, kammaren
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
parlamentti, eduskunta, kansanedustuslaitos, talo, talon, talossa, house, huoneistoja
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
parlament, hus, House, huset, Parlamentet, feriehus
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
sněm, parlament, sněmovna, house, dům, domu, dům na, apartmány
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sejm, parlament, dom, domu, house, Domek letniskowy, obiekt
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
parlament, ház, House, házban, házat, háza
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
parlamento, ev, evi, house, Evleri, evin
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
парламент, будинок, дім, дом, додому, будинку
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shtëpi, shtëpia, shtëpinë, shtëpisë, shtëpia e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
парламент, къща, къщата, дом, къща с
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дом, хату, хата
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
riigivolikogu, parlament, maja, House, majas, täiskogu
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
skupština, saboru, parlament, sabor, kuća, kuća za, kuće, kuću, kući
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
alþing, hús, húsið, Skipti, Skipti á, Íbúðir
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
namas, House, namo, namai, namuose
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
parlaments, māja, nams, mājas, māju, house
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
куќа, куќата, дом, House, домот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
parlament, casă, casa, de lux, casa de, clădire cu
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
parlament, hiša, hiše, house, oddih, za oddih
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
parlament, house, dom

Στατιστικά δημοτικότητας: βουλή

Τυχαίες λέξεις