Iluzoryczność στα ελληνικά

Μετάφραση: iluzoryczność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαντασία, ανύπαρκτο, εξωπραγματικού, μη πραγματικότητας, μη πραγματικότητα
Iluzoryczność στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • iluzja στα ελληνικά - παραίσθηση, ψευδαίσθηση, αυταπάτη, ψευδαίσθησης, πλάνη
  • iluzjonista στα ελληνικά - ταχυδακτυλουργός, μάγος, θαυματοποιός, ταχυδακτυλουργικά, illusionist, θαυματοποιό
  • iluzoryczny στα ελληνικά - πλασματικός, ψευδαισθητικός, απατηλός, απατηλή, απατηλό, πλασματική, αυταπάτη
  • imadło στα ελληνικά - κακία, σφίγγω, συσφίγγω, ανηθικότητα, σαγόνι, μέγγενη, αντιπρόεδρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Iluzoryczność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαντασία, ανύπαρκτο, εξωπραγματικού, μη πραγματικότητας, μη πραγματικότητα