Μεγαλώνω στα αγγλικά

Μετάφραση: μεγαλώνω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
grow, grow up, aggrandize, draw out, magnify, I Grow Up
Μεγαλώνω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: μεγαλώνω

raise
  • ανυψώνω
  • υψώνω
  • υψώ
  • εγείρω
  • σηκώνω
  • μεγαλώνω
grow up
  • μεγαλώνω
  • ωριμάζω
magnify
  • μεγεθύνω
  • μεγαλώνω
draw out
  • αποσύρω
  • παρατείνω
  • μεγαλώνω
aggrandize
  • μεγαλώνω

Σχετικές λέξεις: μεγαλώνω

μεγαλώνω μεγαλώνεις μεγαλώνει, μεγαλώνω συνώνυμο, μεγαλώνω στίχοι, μεγαλώνω σωστά το παιδί μου, μεγαλώνω παθητική φωνή, μεγαλώνω λεξικό γλώσσας αγγλικά, μεγαλώνω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • μεγαλοψυχία στα αγγλικά - largesse, generosity, magnanimity, chivalry, generous, generously
  • μεγαλόψυχος στα αγγλικά - magnanimous, a magnanimous
  • μεγεθύνω στα αγγλικά - enlarge, magnify, zoom, zoom in
  • μεγιστάνας στα αγγλικά - tycoon, magnate, grandee, mogul
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλώνω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: grow, grow up, aggrandize, draw out, magnify, I Grow Up