Ingerencja στα ελληνικά
Μετάφραση: ingerencja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαπλοκή, παρεμβολή, μεσολάβηση, παρέμβαση, παρεμβολές, παρεμβολών, παρεμβολής
Μεταφράσεις
- infuzja στα ελληνικά - έγχυμα, έγχυση, έγχυσης, εγχύσεως, την έγχυση, της έγχυσης
- infuła στα ελληνικά - μήτρα δεσπότη, μίτρα, miter, οξείας γωνίας, φαλτσογωνίας
- ingerować στα ελληνικά - επεμβαίνω, παρεμβαίνω, παρεμβαίνει, παρεμβαίνουν, παρέμβει, παρεμποδίζουν, παρεμβάλλονται
Τυχαίες λέξεις
Ingerencja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαπλοκή, παρεμβολή, μεσολάβηση, παρέμβαση, παρεμβολές, παρεμβολών, παρεμβολής
Μεταφράσεις: διαπλοκή, παρεμβολή, μεσολάβηση, παρέμβαση, παρεμβολές, παρεμβολών, παρεμβολής