Διαπλοκή στα πολωνικά

Μετάφραση: διαπλοκή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
interwencjonizm, ingerencja, wkroczenie, interwencja, przeplatający się, przeplatanie, przeplatanie się, splecenie, przeplata
Διαπλοκή στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπλοκή

διαπλοκή συνωνυμο, διαπλοκή ορισμός, διαπλοκή english, διαπλοκή μετάφραση, οδηγόσ διαπλοκή, διαπλοκή λεξικό γλώσσας πολωνικά, διαπλοκή στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • διαπιστώνω στα πολωνικά - ustalić, ustanowić, upewniać, założyć, nawiązywać, ustanawiać, ustalać, ...
  • διαπληκτίζομαι στα πολωνικά - żreć, argumentować, użerać, dowieść, pokłócić, udowadniać, dowodzić, ...
  • διαπράττω στα πολωνικά - dopuszczać, zobowiązać, poświęcać, zobowiązywać, dokonywać, osadzać, popełniać, ...
  • διαπρέπω στα πολωνικά - celować, przodować, górować, przewyższać, zakasować, wybijać, wcelować, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαπλοκή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: interwencjonizm, ingerencja, wkroczenie, interwencja, przeplatający się, przeplatanie, przeplatanie się, splecenie, przeplata