Jedynka στα ελληνικά
Μετάφραση: jedynka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένας, αρμονία, ενότητα, μονάδα, ένα, μία, σκίφ, καΐκι, λέμβος, skiff
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- czkanie στα ελληνικά - ρέψιμο, ερευγμός, ερυγή, ερυγές
- dumny στα ελληνικά - περήφανος, ψηλός, καμαρωτός, υπερήφανος, υπερήφανοι, περήφανοι, υπερήφανοι για
- funt-siła στα ελληνικά - λίβρα, λίρα, λιβρών, λίρας, κιλό
- imieniny στα ελληνικά - όνομα, ονόματος, ονομασία, όνομά, το όνομα
Τυχαίες λέξεις
Jedynka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένας, αρμονία, ενότητα, μονάδα, ένα, μία, σκίφ, καΐκι, λέμβος, skiff
Μεταφράσεις: ένας, αρμονία, ενότητα, μονάδα, ένα, μία, σκίφ, καΐκι, λέμβος, skiff