Jedynowładca στα ελληνικά
Μετάφραση: jedynowładca, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτοκράτορας, δεσποτικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atletyka στα ελληνικά - αθλητικά, αθλητισμός, αθλητισμό, Στίβου, στίβος, στίβο
- cykloida στα ελληνικά - κυκλοειδής, cycloid
- czasokres στα ελληνικά - διάρκεια, η διάρκεια, τη διάρκεια, της διάρκειας, η διάρκεια της
- grzywacz στα ελληνικά - κτενιστής, λαναριστική, Comber, χάνοι, τελική λαναριστική
Τυχαίες λέξεις
Jedynowładca στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτοκράτορας, δεσποτικός
Μεταφράσεις: αυτοκράτορας, δεσποτικός