Kłótliwy στα ελληνικά
Μετάφραση: kłótliwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γκρινιάρης, μεμψίμοιρος, φιλόνικος, καβγατζής, πικρόχολος, εριστικός, εριστική, εριστικοί, εριστικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- altówka στα ελληνικά - βιόλα, Viola, βιόλας, του Viola
- chodliwy στα ελληνικά - πωλήσιμος, εμπορεύσιμης, εμπορεύσιμο, εμπορεύσιμη, εμπορεύσιμων
- cynadra στα ελληνικά - νεφρό
- eksperymentalnie στα ελληνικά - πειραματικά, πειραματικώς, πειραματική, πειραματικό
Τυχαίες λέξεις
Kłótliwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γκρινιάρης, μεμψίμοιρος, φιλόνικος, καβγατζής, πικρόχολος, εριστικός, εριστική, εριστικοί, εριστικά
Μεταφράσεις: γκρινιάρης, μεμψίμοιρος, φιλόνικος, καβγατζής, πικρόχολος, εριστικός, εριστική, εριστικοί, εριστικά