Kajać στα ελληνικά
Μετάφραση: kajać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακηρύσσω, εξομολογώ, ομολογώ
Μεταφράσεις
- atut στα ελληνικά - κεφάλαιο, ενεργητικό, ψευτομαχητής, ατού, Trump, πλεονέκτημα, Τραμπ, ...
- braterstwo στα ελληνικά - αδελφότητα, αδελφοσύνη, αδελφοσύνης, αδελφότητας, την αδελφοσύνη
- dochodowość στα ελληνικά - κερδοφορία, αποδοτικότητας, αποδοτικότητα, κερδοφορίας, την κερδοφορία
- gazociąg στα ελληνικά - αγωγός, κύριο αέριο, κυριότερο αέριο, κύριο αέριο του, βασικό αέριο, βασικό αέριο του
Τυχαίες λέξεις
Kajać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακηρύσσω, εξομολογώ, ομολογώ
Μεταφράσεις: διακηρύσσω, εξομολογώ, ομολογώ