Kapitał στα ελληνικά
Μετάφραση: kapitał, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευθυδικία, παρακρατώ, ηγετικός, πρωτεύουσα, απόθεμα, κεφάλαιο, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- furaż στα ελληνικά - κτηνοτροφικά, χορτονομής, κτηνοτροφικών, χορτονομή, παραγωγή ζωοτροφών
- gady στα ελληνικά - ερπετά, ερπετών, τα ερπετά, των ερπετών
- gilosza στα ελληνικά - γραμμοκόσμημα, Guilloche, συμπλέκτων γραμμών, σύμπλεκτες γραμμές, συμπλέκτων κυματοειδών γραμμών
- inkaso στα ελληνικά - συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
Τυχαίες λέξεις
Kapitał στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευθυδικία, παρακρατώ, ηγετικός, πρωτεύουσα, απόθεμα, κεφάλαιο, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια
Μεταφράσεις: ευθυδικία, παρακρατώ, ηγετικός, πρωτεύουσα, απόθεμα, κεφάλαιο, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια