Πρωτεύουσα στα πολωνικά
Μετάφραση: πρωτεύουσα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kapitałochłonny, znakomity, wybitny, kapitał, głowica, duży, stołeczny, akcyjny, kapitel, stolica, dystyngowany, główny, kapitału, stolicy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρωτεύουσα
πρωτεύουσα βοιωτίας, πρωτεύουσα της μολδαβίας, πρωτεύουσα αυστραλίας, πρωτεύουσα γερμανίας, πρωτεύουσα ελβετίας, πρωτεύουσα λεξικό γλώσσας πολωνικά, πρωτεύουσα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- πρωταρχικός στα πολωνικά - pierwszoplanowy, główny, podstawowy, zasadniczy, pierwszorzędny, pierwszorzędowy, pierwotny, ...
- πρωτεία στα πολωνικά - supremacja, prymat, prymasostwo, pierwszeństwo, pierwszeństwa, prymatu, nadrzędność
- πρωτοβουλία στα πολωνικά - inicjatywność, rzutkość, inicjatywa, inicjatywy, inicjatywą, inicjatywę, z inicjatywy
- πρωτοεμφανίζομαι στα πολωνικά - okulizować, zarodek, pączkować, pąk, pączek, oczkować, lęgnąć, ...
Τυχαίες λέξεις
Πρωτεύουσα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: kapitałochłonny, znakomity, wybitny, kapitał, głowica, duży, stołeczny, akcyjny, kapitel, stolica, dystyngowany, główny, kapitału, stolicy
Μεταφράσεις: kapitałochłonny, znakomity, wybitny, kapitał, głowica, duży, stołeczny, akcyjny, kapitel, stolica, dystyngowany, główny, kapitału, stolicy