Karmić στα ελληνικά

Μετάφραση: karmić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θηλάζω, καλλιεργώ, ταΐζω, τρέφω, σιτίζω, τροφοδοτώ, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
Karmić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • czulić στα ελληνικά - Czulice
  • czuwać στα ελληνικά - φρουρά, βλέπω, παρακολουθώ, ρολόι, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε
  • egzorcysta στα ελληνικά - εξορκιστής, εξορκιστή, exorcist
  • gnilny στα ελληνικά - σηπτικός, σηπτικών, των σηπτικών, σηπτικά, σήψης
Τυχαίες λέξεις
Karmić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θηλάζω, καλλιεργώ, ταΐζω, τρέφω, σιτίζω, τροφοδοτώ, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών