Kiełznać στα ελληνικά
Μετάφραση: kiełznać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαλινώνω, χαλινάρι, χαλιναγωγώ, χαλινάρια, χαλινού, χαλινός, το χαλινάρι
Μεταφράσεις
- atonalny στα ελληνικά - χωρίς μουσικήν κλείδα, ατονική, ατονικά, ατονικό, ατονικής
- bezceremonialność στα ελληνικά - ανεπίσημο, ανεπισημότητα, άτυπο χαρακτήρα, τον άτυπο, τον άτυπο χαρακτήρα
- chytrość στα ελληνικά - τέχνασμα, τέχνη, πονηριά, πανουργία, πονηρός, καπάτσος, την πανουργία, ...
- dziwka στα ελληνικά - πατσαβούρα, πόρνη, σκωρία, σκύλα, τσούλα, παλιοθήλυκο, τσουλί, ...
Τυχαίες λέξεις
Kiełznać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαλινώνω, χαλινάρι, χαλιναγωγώ, χαλινάρια, χαλινού, χαλινός, το χαλινάρι
Μεταφράσεις: χαλινώνω, χαλινάρι, χαλιναγωγώ, χαλινάρια, χαλινού, χαλινός, το χαλινάρι