Kołek στα ελληνικά
Μετάφραση: kołek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καρφίτσα, γόμφος, παλούκι, πάσσαλος, πείρο, pin, πείρου, πείρος
Μεταφράσεις
- abstrahować στα ελληνικά - κυκλοφορώ, άγνοια, παραγνωρίζω, στενά, περνώ, πέρασμα, περίληψη, ...
- determinanta στα ελληνικά - καθοριστικός, ορίζουσα, καθοριστή, καθοριστικός παράγοντας, καθοριστικό παράγοντα
- dziecinka στα ελληνικά - μωρό, γκόμενα, δισκοειδής, δισκοειδές, επιστόμιο, επιστομίου, δισκοειδούς
- flak στα ελληνικά - έντερο, κουρέλι, RAG, της RAG, η RAG, κουρελιών
Τυχαίες λέξεις
Kołek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καρφίτσα, γόμφος, παλούκι, πάσσαλος, πείρο, pin, πείρου, πείρος
Μεταφράσεις: καρφίτσα, γόμφος, παλούκι, πάσσαλος, πείρο, pin, πείρου, πείρος