Kościół στα ελληνικά

Μετάφραση: kościół, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκλησία, εκκλησίας, ναός, ναού, ναό
Kościół στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • azyl στα ελληνικά - ασυλία, άσυλο, καταφύγιο, καταφυγίου, καταφύγει, καταφυγής, καταφύγια
  • baniasty στα ελληνικά - βολβώδης, βολβώδους, βολβώδη, βολβοειδές, βολβοειδή
  • część στα ελληνικά - πρόσφορος, θραύσμα, συστατικός, μοιράζομαι, φίμωτρο, φέτα, μερίδιο, ...
  • eschatologia στα ελληνικά - εσχατολογία, εσχατολογίας, eschatology, την εσχατολογία, eschatology του
Τυχαίες λέξεις
Kościół στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκλησία, εκκλησίας, ναός, ναού, ναό