Koka στα ελληνικά

Μετάφραση: koka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κότσος, κόκας, Coca, Η Coca, κόκα, της Coca
Koka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • burczeć στα ελληνικά - βουίζω, κηφήνας, γκρινιάζω, μπουμπουνίζω, μεμψιμοιρώ, γρύλισμα, βρυχηθμός, ...
  • dyrygentura στα ελληνικά - τη διεξαγωγή, διεξαγωγή, τη διενέργεια, διενέργεια, διεξάγει
  • gnębicielski στα ελληνικά - καταπιεστικός, καταπιεστική, καταπιεστικό, καταπιεστικά, καταπιεστικές, καταπιεστικής
Τυχαίες λέξεις
Koka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κότσος, κόκας, Coca, Η Coca, κόκα, της Coca