Konował στα ελληνικά

Μετάφραση: konował, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καμποτίνος, κράζω, πεταλωτής, πεταλωτή, του πεταλωτή, τον πεταλωτή, farrier
Konował στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anormalność στα ελληνικά - ανωμαλία, ανωμαλίας, ανωμαλίες, διαταραχή, ανωμαλιών
  • bezproblemowy στα ελληνικά - δωρεάν, αυτεξούσιος, τσάμπα, χωρίς προβλήματα, απροβλημάτιστη, απρόσκοπτη, την απρόσκοπτη, ...
  • bukłak στα ελληνικά - γδέρνω, δέρμα, προβιά, κατσίκας, δέρμα κατσίκας, από δέρμα κατσίκας, αιγός, ...
  • gąbka στα ελληνικά - σφουγγάρι, επιτελείο, σπόγγου, σπόγγο, σπόγγος
Τυχαίες λέξεις
Konował στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καμποτίνος, κράζω, πεταλωτής, πεταλωτή, του πεταλωτή, τον πεταλωτή, farrier