Kopalnie στα ελληνικά
Μετάφραση: kopalnie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάκκος, ορυχείο, ορυχεία, μεταλλεία, νάρκες, ορυχείων, ναρκών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akcesja στα ελληνικά - προσχώρηση, απόκτημα, ένταξη, άνοδος, προσχώρησης, την προσχώρηση, προσχωρήσεως
- awaryjność στα ελληνικά - αποτυχία, παράλειψη, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας
- były στα ελληνικά - πρώην, πρώτη, προηγούμενο, πρώτο, προηγούμενη
- farma στα ελληνικά - ράντσο, αγρόκτημα, εκμετάλλευση, αγροκτήματος, φάρμα, γεωργικών εκμεταλλεύσεων
Τυχαίες λέξεις
Kopalnie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάκκος, ορυχείο, ορυχεία, μεταλλεία, νάρκες, ορυχείων, ναρκών
Μεταφράσεις: λάκκος, ορυχείο, ορυχεία, μεταλλεία, νάρκες, ορυχείων, ναρκών