Kraść στα ελληνικά
Μετάφραση: kraść, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφετερίζομαι, βουτώ, κλέβω, κλοπή, κλέψει, κλέψουν, κλέβουν
Μεταφράσεις
- akt στα ελληνικά - υποβάλλω, πίφερο, πιστοποιητικό, λιμάρω, πράξη, γάμος, πράξης, ...
- bezpośredni στα ελληνικά - ευθύς, απλός, καθοδηγώ, σκηνοθετώ, ανεπίσημος, ίσιος, απόλυτος, ...
- bezprocentowy στα ελληνικά - παθητικός, παθητική, παθητικής, παθητικό, παθητικά
- hodowanie στα ελληνικά - αναπαραγωγή, καλλιέργεια, καλλιέργειας, την καλλιέργεια, της καλλιέργειας, καλλιέργεια του
Τυχαίες λέξεις
Kraść στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφετερίζομαι, βουτώ, κλέβω, κλοπή, κλέψει, κλέψουν, κλέβουν
Μεταφράσεις: σφετερίζομαι, βουτώ, κλέβω, κλοπή, κλέψει, κλέψουν, κλέβουν