Λέξη: ευχέρεια
Σχετικές λέξεις: ευχέρεια
ευχέρεια σημασία, ευχέρεια αντωνυμο, ευχέρεια english, ευχέρεια αγγλικά, ευχέρεια συνώνυμα, ευχέρεια κέντρο ειδικών θεραπειών για παιδιά, διακριτική ευχέρεια, ευχέρεια ετυμολογία, ευχέρεια λεξικό, ευχέρεια λόγου
Συνώνυμα: ευχέρεια
ικανότητα, μαστοριά, δεξιότης, δεξιότητα, πείρα, ευφράδεια, εύροια, ευκολία, βολικότητα
Μεταφράσεις: ευχέρεια
ευχέρεια στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
facility, fluency, power, discretion, option
ευχέρεια στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
destreza, agilidad, facilidad, fluidez, la fluidez, fluidez de, fluidez en, de fluidez
ευχέρεια στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gelegenheit, einrichtung, leichtigkeit, geschick, anlage, gewandtheit, Geläufigkeit, fließend, fluency, fließend verständigen, Gewandtheit
ευχέρεια στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
agilité, aisance, légèreté, artifice, dextérité, subtilité, usine, accommodement, doigté, équipement, habileté, installation, adresse, facilité, avantage, maîtrise, fluidité, la maîtrise, maîtrise de
ευχέρεια στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
destrezza, accortezza, facilitazione, scioltezza, scorrevolezza, fluidità, padronanza, fluency
ευχέρεια στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fluência, a fluência, da fluência, de fluência, fluidez
ευχέρεια στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vlotheid, spreekvaardigheid, vloeiend, vloeiendheid, fluency
ευχέρεια στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
гибкость, воздушность, податливость, оборудование, льгота, уступчивость, бойкость, плавность, аппаратура, легкость, способность, беглость, свободное владение, беглости, владение
ευχέρεια στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
letthet, taleferdighet, flyt, flytende, flyten, språket så flytende
ευχέρεια στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
flyt, flytande, fluency, språkligt flyt, flytet
ευχέρεια στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
helppous, wc, taitavuus, mahdollisuus, tilaisuus, luontevuus, sujuvuus, sujuvuutta, sujuvuuden, sujuvasti, sujuva
ευχέρεια στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fluency, flydende, regelmæssighed, talefærdighed, formuleringsevne
ευχέρεια στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zařízení, dovednost, zručnost, obratnost, lehkost, snadnost, výhoda, plynulost, plynulosti, plynulost v, fluency
ευχέρεια στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zręczność, ułatwienie, obiekt, zgodliwość, udogodnienie, łatwość, płynność, biegłość, biegła znajomość, fluencja, fluency
ευχέρεια στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gördülékenység, Fluency, folyékonyan, Tökéletes nyelvtudás, folyékonyság
ευχέρεια στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tesisat, akıcılık, akıcılığı, akıcı konuşma, akıcılıkta, fluency
ευχέρεια στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спромоги, поступливість, можливості, змоги, побіжність, швидкість, вільність
ευχέρεια στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrjedhshmëri, rrjedhshmëri e, Zotrimi, rrjedhshmërinë, rrjedhshëm
ευχέρεια στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плавност, владеене, непринуденост, гладко, гладкост
ευχέρεια στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адрас, бегласць, беглость
ευχέρεια στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hõlpsus, tualettruum, abivahend, sõnaosavus, soravalt, voolavus, ladususe, sujuvus
ευχέρεια στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sredstvo, mogućnost, jedinica, tečnost, tečno znanje, fluentnost, lakoća, tečnosti
ευχέρεια στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fullrar, Fullt vald, tjáning, og tjáning
ευχέρεια στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sklandumas, sklandumą, gerai mokėti, sklandumo, Tolygus
ευχέρεια στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
veiklība, plūdums, Laba, Valodas plūdums, nepārvalda
ευχέρεια στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
флуентност, плавност, флуентноста, течност, течно
ευχέρεια στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fluență, fluenta, fluența, fluenței, fluent
ευχέρεια στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
možnost, gladkost, tekoča, Tekoče znanje, Govorne spretnosti, Tekoče
ευχέρεια στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
podnik, plynulosť, plynulosti, kontinuitu, kontinuita, nepretržitosť
Τυχαίες λέξεις