Kredyt στα ελληνικά
Μετάφραση: kredyt, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τικ, αναφορά, λογαριασμός, πίστωση, δανεισμός, δάνειο, σημασία, πίστη, πιστωτικών, πιστωτική, πιστωτικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bonifikata στα ελληνικά - σκόντο, έκπτωση, επιχορήγηση, μείωση, αναγωγή, επίδομα, περιστολή, ...
- ciemnobrązowy στα ελληνικά - πυρόξανθος, σκούρο καφέ, σκοτεινό καστανό, σκούρα καφέ, σκούρου καφέ, σκοτεινό καφέ
- cisza στα ελληνικά - νηνεμία, γαλήνη, ησυχασμός, ηρεμία, ήσυχος, σιγή, σωπαίνω, ...
- dziewoja στα ελληνικά - υπηρέτρια, πόρνη, κόρη, δυναμομετρικού κλειδιού, συγχρωτίζομαι μετά πόρνων
Τυχαίες λέξεις
Kredyt στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τικ, αναφορά, λογαριασμός, πίστωση, δανεισμός, δάνειο, σημασία, πίστη, πιστωτικών, πιστωτική, πιστωτικό
Μεταφράσεις: τικ, αναφορά, λογαριασμός, πίστωση, δανεισμός, δάνειο, σημασία, πίστη, πιστωτικών, πιστωτική, πιστωτικό