Lektyka στα ελληνικά
Μετάφραση: lektyka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίκρισμα, ασφάλεια, σκουπίδια, απορρίμματα, απορριμμάτων, στρωμνή, απορριμάτων, στρωμνής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akompaniator στα ελληνικά - συνοδεύων μουσικός, συνοδός, συνοδεία, συνοδό, accompanist
- banderola στα ελληνικά - κάλυμμα, σερπαντίνα, ταινία, συστοιχίας, κυματίζουσες ταινίες, streamer
- dziesięciolecie στα ελληνικά - δεκαετία, δεκαετίας
- emetyk στα ελληνικά - εμετικό, εμετική, εμετικών, εμετικές, εμετικού
Τυχαίες λέξεις
Lektyka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίκρισμα, ασφάλεια, σκουπίδια, απορρίμματα, απορριμμάτων, στρωμνή, απορριμάτων, στρωμνής
Μεταφράσεις: αντίκρισμα, ασφάλεια, σκουπίδια, απορρίμματα, απορριμμάτων, στρωμνή, απορριμάτων, στρωμνής