Marszczenie στα ελληνικά
Μετάφραση: marszczenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυμάτισμα, κρεπ, κελαρύζω, κυματισμός, τσακίσεις, πτυχώσεις, ζάρες, ρυτίδες, πτυχές
Μεταφράσεις
- automobilista στα ελληνικά - αυτοκινητιστής, οδηγός, οδηγό, αυτοκινητιστή, αυτοκινητιστών
- dialogowy στα ελληνικά - Διάλογος, Dialog, διαλόγου, Παράθυρο, παράθυρο διαλόγου
- dźwiękowy στα ελληνικά - ηχητικός, γερός, ήχος, φωνή, ακουστικός, υγιής, χρηστή, ...
- internet στα ελληνικά - δίχτυ, Διαδίκτυο, Internet, Διαδικτύου, στο Internet, Ίντερνετ
Τυχαίες λέξεις
Marszczenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυμάτισμα, κρεπ, κελαρύζω, κυματισμός, τσακίσεις, πτυχώσεις, ζάρες, ρυτίδες, πτυχές
Μεταφράσεις: κυμάτισμα, κρεπ, κελαρύζω, κυματισμός, τσακίσεις, πτυχώσεις, ζάρες, ρυτίδες, πτυχές