Masowanie στα ελληνικά

Μετάφραση: masowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλάσιμο, μασάζ, μάλαξης, μάλαξη, του μασάζ, μαλακτική
Masowanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cynik στα ελληνικά - κυνικός, κυνικού, κυνική, κυνικό, κυνικοί
  • esowaty στα ελληνικά - ελικοειδής, δαντελωτές, ελικοειδείς, κυματοειδής, ημιτονοειδής
  • fizjologicznie στα ελληνικά - σωματικά, φυσιολογικώς, φυσιολογικά, τα φυσιολογικώς, τα φυσιολογικά, φυσιολογικός
  • gangrenowy στα ελληνικά - γαγγραινώδης, γάγγραινα, γαγγραινώδους, προσβλήθηκαν από γάγγραινα
Τυχαίες λέξεις
Masowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλάσιμο, μασάζ, μάλαξης, μάλαξη, του μασάζ, μαλακτική