Materiał στα ελληνικά

Μετάφραση: materiał, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόθεση, πράμα, σφράγισμα, ύφασμα, χορταστικός, γέμισμα, θέμα, νοιάζομαι, πανί, ύλη, υλικό, πράγματα, ουσία, τα πράγματα, προσωπικό
Materiał στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arytmometr στα ελληνικά - κομπιουτεράκι, arithmometer
  • dominium στα ελληνικά - κυριαρχία, εξουσία, κυριαρχίας, επικράτεια, την κυριαρχία
  • doznawanie στα ελληνικά - συναντώ, συνάντηση, βιώνουν, αντιμετωπίζουν, βιώνει, που βιώνουν, αντιμετωπίζετε
  • dylatometr στα ελληνικά - διλατόμετρο, dilatometer, διαστολόμετρο, διαστολόμετρου, μετρητή εκτάσεως
Τυχαίες λέξεις
Materiał στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόθεση, πράμα, σφράγισμα, ύφασμα, χορταστικός, γέμισμα, θέμα, νοιάζομαι, πανί, ύλη, υλικό, πράγματα, ουσία, τα πράγματα, προσωπικό