Matowieć στα ελληνικά

Μετάφραση: matowieć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισιώνω, αμαυρώνω, ισοπεδώνω, θαμπώνω, ξεθωριάζω, αμαυρώσει, να αμαυρώσει, αμαυρώσει τη
Matowieć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktorstwo στα ελληνικά - αναπληρωματικός, θεατρισμός, θεατρινισμούς, δραματικών πτυχών που, δραματικών πτυχών, θεατρινισμών
  • babsztyl στα ελληνικά - νεφρίτης, νεφρίτη, jade, από νεφρίτη
  • bęcwał στα ελληνικά - κούκος, κούκου, κούκων, κούκο, ειδών σελάχι
  • forhend στα ελληνικά - forehand, το forehand, forehand της, forehand του
Τυχαίες λέξεις
Matowieć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισιώνω, αμαυρώνω, ισοπεδώνω, θαμπώνω, ξεθωριάζω, αμαυρώσει, να αμαυρώσει, αμαυρώσει τη