Nadmienić στα ελληνικά
Μετάφραση: nadmienić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναφορά, αναφέρω, Σημειώνεται, σημείωσε, σημειωθεί, επισημανθεί, σημειώθηκε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dźwigać στα ελληνικά - υποφέρω, φορτίζω, γεννώ, ζαλίκι, ανατρέφω, αναστηλώνω, υψώνω, ...
- gardziel στα ελληνικά - λαιμός, φαράγγι, λαγκάδι, λαιμό, λαιμού, το λαιμό, του λαιμού
- gorset στα ελληνικά - κορσέ, κορσές, κορσέδων, τον κορσέ, κλοιό
- impertynencki στα ελληνικά - αναιδής, ξετσίπωτος, αυθάδης, sassy, σκανδαλιστικά, πιο σκανδαλιστικά
Τυχαίες λέξεις
Nadmienić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναφορά, αναφέρω, Σημειώνεται, σημείωσε, σημειωθεί, επισημανθεί, σημειώθηκε
Μεταφράσεις: αναφορά, αναφέρω, Σημειώνεται, σημείωσε, σημειωθεί, επισημανθεί, σημειώθηκε