Nakładka στα ελληνικά
Μετάφραση: nakładka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καπό, ιμάντας, πίλος, επικάλυμμα, επικάλυψης, επικάλυψη, επίστρωση, υπέρθεση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amplituda στα ελληνικά - εύρος, πλάτος, πλάτους, εύρους, το πλάτος
- anonimowy στα ελληνικά - ανώνυμος, ανώνυμα, ανώνυμη, ανώνυμο, ανώνυμες
- areał στα ελληνικά - περιοχή, εκτάσεων, έκταση, έκτασης, έκτασης που, αποξηραθούν
- instynktownie στα ελληνικά - ενστικτωδώς, ένστικτο, αυθόρμητα, από ένστικτο, ενστικτώδη
Τυχαίες λέξεις
Nakładka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καπό, ιμάντας, πίλος, επικάλυμμα, επικάλυψης, επικάλυψη, επίστρωση, υπέρθεση
Μεταφράσεις: καπό, ιμάντας, πίλος, επικάλυμμα, επικάλυψης, επικάλυψη, επίστρωση, υπέρθεση