Naprzykrzanie στα ελληνικά

Μετάφραση: naprzykrzanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοχλούμαι, ενοχλώ, κόπος, σκοτίζομαι, παρενόχληση, κακοποίησης, κακοποίηση, σεξουαλική παρενόχληση, για σεξουαλική παρενόχληση
Naprzykrzanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezkarność στα ελληνικά - ατιμωρησία, ατιμωρησίας, της ατιμωρησίας, την ατιμωρησία, η ατιμωρησία
  • ferwor στα ελληνικά - λαύρα, θέρμη, ζήλο, ζέση, πάθος, ζήλου
  • generalizować στα ελληνικά - γενικεύσουμε, γενικεύουμε, γενικεύσει, γενίκευση, γενικεύσουν
  • hermafrodyta στα ελληνικά - ερμαφόδιτος, ερμαφρόδιτο, ερμαφρόδιτα, ερμαφρόδιτη, ερμαφρόδιτος
Τυχαίες λέξεις
Naprzykrzanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοχλούμαι, ενοχλώ, κόπος, σκοτίζομαι, παρενόχληση, κακοποίησης, κακοποίηση, σεξουαλική παρενόχληση, για σεξουαλική παρενόχληση