Narzekać στα ελληνικά
Μετάφραση: narzekać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραπονιέμαι, στενάζω, μουγκρητό, μεμψιμοιρώ, γκρίνια, γκρινιάζω, μουγκρίζω, γογγύζω, grumble, γκρινιάζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezużyteczność στα ελληνικά - ματαιότητα, αχρηστία, αχρηστίας, έλλειψη χρησιμότητας, δεν χρησιμεύει πλέον
- brutalność στα ελληνικά - κτηνωδία, βαρβαρότητα, βιαιότητα, βαναυσότητα, βαρβαρότητας
- eszelon στα ελληνικά - βαθμός αξιωματικού, ιεραρχία επιχείρησης, Echelon, κλιμάκιο, το Echelon
- indywidualizacja στα ελληνικά - εξατομίκευση, εξατομίκευσης, την εξατομίκευση, η εξατομίκευση, της εξατομίκευσης
Τυχαίες λέξεις
Narzekać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραπονιέμαι, στενάζω, μουγκρητό, μεμψιμοιρώ, γκρίνια, γκρινιάζω, μουγκρίζω, γογγύζω, grumble, γκρινιάζουν
Μεταφράσεις: παραπονιέμαι, στενάζω, μουγκρητό, μεμψιμοιρώ, γκρίνια, γκρινιάζω, μουγκρίζω, γογγύζω, grumble, γκρινιάζουν