Λέξη: φτερωτός

Σχετικές λέξεις: φτερωτός

φτερωτός ερμής, φτερωτός συρτός, φτερωτός φαλλός, φτερωτόσ γιατρόσ, φτερωτός ηλιακός δίσκος, φτερωτός θάνατός, φτερωτός κοζάνη, παπαγεωργόπουλος φτερωτός

Συνώνυμα: φτερωτός

πτερωτός, ελαφρός

Μεταφράσεις: φτερωτός

φτερωτός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
winged, feathery, featherbed, a winged, feathered

φτερωτός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alado, plumoso, plumas, plumosa, de plumas, plumosas

φτερωτός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gefiederten, feder, gefiederte, gefiedert, gefiedertes

φτερωτός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
alaire, alifère, ailé, blessé, plumeté, plumeux, plumes, plumeuses, plumeuse

φτερωτός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pennuto, feathery, piume, piumoso, piumate

φτερωτός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
asa, voado, penas, feathery, emplumado, de penas, emplumada

φτερωτός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aangeschoten, gevederd, luchtig, gevederde, luchtige, vederlicht

φτερωτός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пернатый, пернатых, пернатые, пушистый, перистая

φτερωτός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fjærlett, fjær, fjærkledd, feathery

φτερωτός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fjäderlätt, fjäder, feathery, gitarr, gitarrspel

φτερωτός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
höyhenenkeveä, höyhenpeitteinen, hahtuvaisten, feathery

φτερωτός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
flagrende, fjerlet, feathery, fjeragtigt, frynser

φτερωτός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
okřídlený, křídlatý, křídlový, peřový, měkoučký, nadýchaný, lehoučké, lehoučký

φτερωτός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pierzasty, piórkowaty, pierzaste, feathery, pierzastych

φτερωτός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szárnyaló, szárnyú, szárnyas, megsebesített, megszárnyazott, tollas, pehelykönnyű, pelyhes, tollszerű

φτερωτός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tüylü, tüylü bir, feathery, tüy gibi

φτερωτός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
надкрилля, пернатий

φτερωτός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
me pupla, pupla, i butë, i lehtë

φτερωτός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пернат, пухкав, и пернат, перест, перушинест

φτερωτός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
птушыны

φτερωτός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sulgkerge, sulgjas, sulgjate, Höyhenenkeveä

φτερωτός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pernat, perasto, Perasta

φτερωτός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
feathery, dúnmjúkt

φτερωτός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plunksninis, panašus į plunksną, plunksnotas, Piórkowaty, į plunksną

φτερωτός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
gaisīgs, gaisīgas, viegls, spalvains

φτερωτός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пердувестите, пердувест, пердувести, пернат

φτερωτός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pene, feathery, de pene, fulg, fulg în

φτερωτός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pernato, Pernat

φτερωτός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
péřové
Τυχαίες λέξεις