Nawodniać στα ελληνικά

Μετάφραση: nawodniać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρδεύω, ποτίζω, άρδευση, την άρδευση, αρδεύουν, ποτίσει
Nawodniać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dociekliwy στα ελληνικά - φιλοπερίεργος, αδιάκριτος, περίεργος, ερευνητικός, ερευνητικό, ερευνητική, ερευνητικά, ...
  • doszczelniacz στα ελληνικά - Caulker, καλαφάτης
  • frazować στα ελληνικά - φράση, διατυπώνω, τη φράση, φράσης, η φράση, πρόταση
  • groszek στα ελληνικά - μπιζέλι, μπιζέλια, αρακάς, τα μπιζέλια, πίσα, αρακά
Τυχαίες λέξεις
Nawodniać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρδεύω, ποτίζω, άρδευση, την άρδευση, αρδεύουν, ποτίσει